Επείγουσα ανάγκη για «αριστερή στροφή» του ΣΥΡΙΖΑ και νέα ριζοσπαστική αντεπίθεση!

by _/\_

Επτά μήνες μετά από τις εκλογές του Ιούνη και ιδιαίτερα μετά την παραλαβή της δόσης και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση Σαμαρά που σήμανε ταυτόχρονα την έναρξη μιας λυσσασμένης επίθεσης κατά της κοινωνικής πλειοψηφίας, του κόσμου της εργασίας και της αριστεράς, προκύπτει η ανάγκη για αναστοχασμό και επαναδιατύπωση της γραμμής από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Σαμαράς, παρότι κινείται στο σαθρό έδαφος της κρίσης και επιχειρεί να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα γεμάτο αντιφάσεις και αστοχίες, όπως ο υφεσιακός του χαρακτήρας, ωστόσο έχει ενθαρρυνθεί από τις προπαγανδιστικές δυνατότητες που του έδωσε η σχετική επιτυχία της υπογραφής του τρίτου μνημονίου και η παραλαβή της δόσης και οργανώνει ένα «δεύτερο κύμα» μνημονιακής επίθεσης, πολύ πιο σκληρό και ξεκάθαρα στοχευμένο στις εργατικές και κοινωνικές κατακτήσεις και στην αριστερά.

Η πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα είναι κυνικά αποκαλυπτική και για τις δυσκολίες μα και για τους στόχους του αστικού στρατοπέδου, σε διεθνή μάλιστα κλίμακα. Αναφέρει ως σημαντικότερο πρόβλημα στην υλοποίηση του προγράμματος το μεγάλο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ και ότι αυτό συνεπάγεται.

Το «κεντρο – ακρο – δεξιό» σχέδιο του Σαμαρά

Ο Σαμαράς στην πραγματικότητα επιχειρεί την ανασύνταξη του ελληνικού αστισμού μέσα στην κρίση. Επιδιώκει την συγκρότηση της πολιτικής εκπροσώπησης της άρχουσας τάξης, μέσα από την κατάρρευση του παλιού δικομματικού πολιτικού συστήματος στην κατεύθυνση μιας δικτατορίας της αγοράς στοιχισμένης στις ευρωπαϊκές και διεθνείς νεοφιλελεύθερες στρατηγικές και κτισμένης πάνω στην συντριβή των δημοκρατικών κοινωνικών και εργατικών κατακτήσεων. Για να το πετύχει αυτό πρέπει να τσακίσει τον μείζονα κίνδυνο: την Αριστερά. Ως πολιτική εκπροσώπηση, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και συνολικότερα, ως μνήμη αγώνων και κατακτήσεων του κινήματος και ως ιστορική ανατροπή του ιδεολογικοπολιτικού ισοζυγίου στην ελληνική κοινωνία.

Πρόκειται για μετωπική σύγκρουση και αντιπαράθεση με τις αριστερές ιδέες και τις κοινωνικές και εργατικές προσδοκίες. Απέναντι στην ιστορική δυνατότητα για ρήξεις και ανατροπές με σοσιαλιστικό ορίζοντα από την σκοπιά των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας αντιπαραβάλλεται η εξίσου υπαρκτή δυνατότητα για την υπερίσχυση της πυγμής του καθεστώτος που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Η κρίση αποκαλύπτει την πραγματική ταξική φύση του συστήματος καθώς και τις συνακόλουθες «καθαρές» επιλογές για τα συγκρουόμενα κοινωνικά στρατόπεδα. Πρόκειται για την μάχη της ηγεμονίας με όρους ιστορικούς. Δεν θα ήταν υπερβολή εάν θεωρήσουμε από την σκοπιά του ιστορικού χρόνου, την τρέχουσα συγκυρία, ως σημείο καμπής.

Στο επίκεντρο της επίθεσης βρίσκεται η έννοια «κυβέρνηση της Αριστεράς» καθώς σηματοδοτεί την έναρξη ανατροπών πολύ πιο ουσιαστικών από την απλή εναλλαγή μιας οποιασδήποτε κυβέρνησης. Η ομιλία του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ, Μ. Βορίδη, στην πρόσφατη συζήτηση στην Βουλή για την λίστα Λαγκάρντ, ήταν αποκαλυπτική καθώς «άνοιξε» την εικόνα της αντιπαράθεσης σε όλο το ταξικό και ιδεολογικό της εύρος. Υποστήριξε πως η κυβέρνηση, η λειτουργία του συστήματος συνολικά, από την κοινοβουλευτική διαδικασία μέχρι την γενική έννοια της νομιμότητας, είναι η έκφραση της «αστικής δημοκρατίας», στα πλαίσια της οποίας η αριστερά είναι καταδικασμένη να χάνει, έναντι της «λαϊκής δημοκρατίας» που αποτελεί τον στόχο της αριστεράς, προκαλώντας ανοιχτά, στα μάτια όλης της κοινωνίας, τον ΣΥΡΙΖΑ να σηκώσει το γάντι. Οι δηλώσεις μα και οι επιλογές του υπουργού Δημόσιας Τάξης, Ν. Δένδια ξεπερνούν τα προσχήματα. Ο στενός συνεργάτης του Σαμαρά Φ. Κρανιδιώτης, λειτουργώντας ως «λαγός», μιλά απροκάλυπτα με εμφυλιοπολεμικούς όρους.

Στα πλαίσια αυτού του σχεδιασμού χρησιμοποιούνται όλα τα μέσα. Από τα ρετάλια του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ και της θλιβερής ΔΗΜΑΡ έως τα ναζιστικά τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής. Από τον ισχυρό ιδεολογικό μηχανισμό των ΜΜΕ έως την λειτουργία της δικαιοσύνης και τα ένστολα τάγματα εφόδου των ειδικών κατασταλτικών μονάδων της ελληνικής αστυνομίας.

Οι επιθέσεις στις καταλήψεις κτιρίων είναι απλά το προανάκρουσμα και η προκλητική δοκιμή απέναντι στις αντοχές της αριστερόστροφης και δημοκρατικής κοινωνίας, προκειμένου να ακολουθήσουν τα συνδικάτα, το εργατικό κίνημα και κάθε είδους κοινωνική αντίσταση.

Παράλληλα με την σκληρή λιτότητα και τα απροκάλυπτα ταξικά μέτρα, και μετά την καταστολή, την κρατική αυθαιρεσία, την περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων και τον ρατσισμό θα ακολουθήσει – ήδη προετοιμάζεται μέσω της υπόθεσης της ΑΟΖ – το πιο παραδοσιακό και αποτελεσματικό όπλο των αστών, αυτό του εθνικισμού.

Η πρόκληση απέναντι στην αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ αφορά στη αντεπίθεση ή στην ήττα!

Συμπεράσματα για τον ΣΥΡΙΖΑ από το πρόσφατο παρελθόν

Στο πρόσφατο παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε από το μικρό ποσοστό του 4,5% στην θέση να διεκδικήσει την κυβέρνηση στις εκλογές του Ιούνη. Αυτό συνέβη αφενός γιατί έβαλε στο πολιτικό παιχνίδι – που ήδη το είχε καθορίσει η κρίση με τα ανελαστικά όριά της – την εκδοχή της «κυβέρνησης της Αριστεράς» και αφετέρου γιατί νοηματοδότησε αυτή την επιλογή με τον στόχο της άμεσης και μονομερούς ανατροπής του μνημονίου. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι τότε μιλούσαν για «επαναδιαπραγμάτευση» του μνημονίου.

Σήμερα τα διλήμματα της προεκλογικής περιόδου, μνημόνιο /αντιμνημόνιο, εξυπηρέτηση του χρέους / διαγραφή ακόμη και το ευρώ / δραχμή, μοιάζουν να έχουν «ξεθυμάνει»!

Στην πραγματικότητα αυτό που έχει αλλάξει είναι η ίδια η ζωή της κοινωνικής πλειοψηφίας καθώς πολλά από τα μέτρα που έχουν περάσει με τα μνημόνια έχουν πλέον ωριμάσει ως πραγματική κοινωνική εμπειρία. Στην προεκλογική περίοδο ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε την διαφορά γιατί σηματοδότησε την δυνατότητα για μια αλλαγή με άμεσα αποτελέσματα: την «κυβέρνηση της Αριστεράς» που θα ανέτρεπε την τάξη πραγμάτων των δανειστών και των μνημονιακών κυβερνήσεων και δεν θα επέτρεπε έτσι την καταστροφή των ζωής της κοινωνικής πλειοψηφίας. Μαζί μ’ αυτή την προσδοκία και την προοπτική αποκτούσε ορμητική δύναμη και η επιρροή των ιδεών της αριστεράς συνολικά. Εξάλλου τις εκλογές του Μάη και του Ιούνη τις επέβαλε ο ίδιος ο αγωνιζόμενος λαός που συγκλόνισε την διεθνή κοινή γνώμη με το μέγεθος και την επιμονή της αντίστασης.

Σήμερα, το σημείο κλειδί που καθορίζει εν πολλοίς και το φρόνημα του κινήματος και της κοινωνίας, η δυνατότητα δηλαδή για μια άμεση αλλαγή στην ζωή της κοινωνικής πλειοψηφίας , αφορά στην ανατροπή μα και στην αναστροφή της ήδη εφαρμοσμένης λιτότητας. Η «κυβέρνηση της Αριστεράς» σήμερα, αποκτά νόημα ως η δυνατότητα της ανατροπής, όχι μόνο και γενικά του μνημονίου αλλά κυρίως συγκεκριμένα, των όρων που επέβαλε το μνημόνιο στην πραγματική ζωή: της ανεργίας, των απολύσεων, της κατάρρευσης των μισθών και των συντάξεων, της αδυναμίας θέρμανσης τον χειμώνα, της καταρρέουσας δημόσιας Υγείας και Παιδείας, της σκληρής ταξικής φορολογίας, της απελευθέρωσης της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, της εξόφθαλμης δικτατορίας των τραπεζών, της ίδιας της περιστολής της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Η επιλογή της «κυβέρνησης της Αριστεράς» λοιπόν ορίζεται από τον άμεσο χαρακτήρα της ανατροπής της λιτότητας. Απαιτεί δε την επίγνωση πως η επιλογή αυτή σημαίνει την συνολική ρήξη με τις αστικές στρατηγικές, χωρίς περιθώρια αυταπατών για δήθεν αποτελεσματική εκμετάλλευση των ενδοαστικών αντιθέσεων μέσα στην κρίση, στο ντόπιο μα και στο διεθνές επίπεδο.

Εάν το σημείο κλειδί, ο στόχος για άμεση αλλαγή και ανατροπή, αντικατασταθεί από κάποια γενικόλογη, θολή και μακροπρόθεσμη προοπτική, η διαφορά απέναντι στην τρέχουσα κυβέρνηση χλομιάζει καθώς και ο Σαμαράς από την πλευρά του υπόσχεται το ίδιο, την προοπτική της ανάκαμψης και ανάπτυξης! Πολύ περισσότερο όταν το περιεχόμενο της «κυβέρνησης της Αριστεράς» σχετικοποιείται από εκδοχές κυβέρνησης εθνικής και κοινωνικής σωτηρίας και οι προγραμματικές αιχμές που έδωσαν το στίγμα της ριζοσπαστικής αριστεράς ως δύναμης ανατροπής, από «ρεαλιστικές» προσαρμογές στο υφιστάμενο πλαίσιο της κρίσης.

Η «ρεαλιστική» στροφή που ξεκίνησε με την εκφώνηση του κυβερνητικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ στην ΔΕΘ, και βασίστηκε στην εξαγωγή των εντελώς αντίστροφων συμπερασμάτων από την ξαφνική εκλογική άνοδο του σχηματισμού της ριζοσπαστικής αριστεράς, δεν έλαβε υπόψη ένα ακόμη κρίσιμο κριτήριο για τις αμφίρροπες και σκληρές αντιπαραθέσεις: τον σχεδιασμό με βάση το χειρότερο σενάριο! Στην προκείμενη περίπτωση αυτό δεν θα μπορούσε να σημαίνει την εκτίμηση της παραμονής σε κάθε περίπτωση στην ευρωζώνη ανεξάρτητα από την σφοδρότητα της σύγκρουσης με τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές στρατηγικές δίνοντας ουσιαστικά προτεραιότητα στο ευρώ έναντι της ταξικής σύγκρουσης , ούτε την βεβαιότητα ότι η κυβέρνηση δεν θα πάρει την δόση, ούτε βέβαια την διακηρυγμένη εκτίμηση για την πτώση της κυβέρνησης τον Μάρτη! Δεν θα μπορούσε να σημαίνει την εκτίμηση ότι το κίνημα θα φουσκώσει και πάλι, ανεξάρτητα από τις πολιτικές και τις οργανωτικές επιλογές αριστεράς. Δεν θα μπορούσε και δεν μπορεί να σημαίνει ότι σ’ αυτές τις συνθήκες το αστικό μπλοκ και πολύ περισσότερο η δεξιά – ακροδεξιά πολιτική εκπροσώπησή του θα δεσμεύεται «ανελαστικά» από τους κανόνες μιας κάποιας «αστικοδημοκρατικής» λειτουργίας.

Το παράδειγμα της λίστας Λαγκάρντ

Η περίπτωση της λίστας Λαγκάρντ είναι χαρακτηριστική. Το σκάνδαλο στοχοποιεί κατά απόλυτη προτεραιότητα τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και αφήνει αλώβητο τον Σαμαρά, στον βαθμό που δεν παρασύρει σε πτώση την κυβέρνηση, ενδεχόμενο μάλλον όχι και τόσο πιθανό. Η μη στοχοποίηση του Σαμαρά χάνει από τα μάτια τον κύριο εχθρό. Ωστόσο μια τέτοια πολιτική στοχοποίηση δεν μπορεί να γίνει επαρκώς στο πεδίο της «συγκάλυψης των διεφθαρμένων». Γι αυτό και ο Σαμαράς επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι δια της συζήτησης για την λίστα αλλά θέτοντας την ατζέντα «τάξη και ασφάλεια» έναντι «δημοκρατικών δικαιωμάτων» και τροφοδοτώντας αυτή την αντιπαράθεση με τις κατασταλτικές προκλήσεις στις καταλήψεις και στα πανεπιστήμια.

Η λίστα Λαγκάρντ αποτελούσε και αποτελεί μέγιστη ευκαιρία και δυνατότητα ανάδειξης του πραγματικού σκανδάλου του οποίου ηγεσία σήμερα είναι ο ίδιος ο Σαμαράς και το δεξιό σχέδιό του: το σκάνδαλο της φορολογικής ασυλίας του πλούτου και ιδιαίτερα του μεγάλου ντόπιου κεφαλαίου καθώς και της λειτουργίας του ίδιου του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η εκμετάλλευση αυτής της δυνατότητας περνά μέσα από την προβολή της εναλλακτικής πρότασης της ριζοσπαστικής αριστεράς, σε συνθήκες απολύτως ευνοϊκές για την ανάδειξή της, και ταυτόχρονα ευκαιρία για την ανάκτηση της πρωτοβουλίας και της επιλογής της πολιτικής ατζέντας: εθνικοποίηση των τραπεζών, περιορισμός και έλεγχος της κίνησης των κεφαλαίων, βαριά φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο στο σύνολό του.

Αντ’ αυτού η αντιμετώπιση του ΣΥΡΙΖΑ περιορίστηκε σε νομικά κυρίως επιχειρήματα γύρω από το ζήτημα της διαφθοράς, της διαπλοκής και των ποινικών ευθυνών, με φτωχό απολογισμό. Την ίδια ώρα ο ταξικός και πολιτικός αντίπαλος εντείνει την επίθεσή του στην καρδιά των ιδεολογικών ζητημάτων και όσο βλέπει την αμήχανη αντιμετώπιση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ τόσο αποθρασύνεται.

Ώρα για αριστερή στροφή και αντεπίθεση!

Σε τούτη την αμφίρροπη στιγμή της αντιπαράθεσης, τούτη την ώρα της ιστορικής καμπής όπου κρίνεται σε σημαντικό βαθμό η ανατροπή του ιδεολογικοπολιτικού ισοζυγίου σε βάρος του κινήματος, των εργατικών αγώνων και των κοινωνικών αντιστάσεων, των ιδεών της Αριστεράς, είναι αναγκαίο να παρθούν από τον ΣΥΡΙΖΑ σημαντικές και τολμηρές αποφάσεις!

Η ανάγνωση της κοινωνίας στο πλαίσιο της κρίσης, της πόλωσης και των διεργασιών στις συνειδήσεις, με όρους εκλογικού ακροατηρίου και ως άθροισμα ατομικών επιλογών ψήφου δεν ωφελεί. Οδηγεί σε αναζητήσεις για την διεύρυνση του εκλογικού ποσοστού με στοχεύσεις στα «μεσαία στρώματα» και στον «μεσαίο χώρο». Όμως αυτή η ανάγνωση είναι απατηλή μέσα στην δίνη της ταξικής και ιδεολογικής πόλωσης. Μέσα στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης για την «ηγεμονία». Η απάντηση και η προοπτική βρίσκεται στην αναγνώριση των όρων που αναπτύσσουν την δυναμική των ιδεών της αριστεράς και της κοινωνικής κίνησης.

Επιλογή των αντιπάλων η διασπορά του φόβου, της εξατομικοποίησης, της αδρανοποίησης του εργατικού κινήματος και των κινημάτων, η επιβολής δια της πυγμής του «νόμου και της τάξης» που θα διασφαλίσει την πιο σκληρή ταξική απάντηση στην κρίση προς όφελος των ντόπιων μεγαλοαστών αλλά και των διεθνών καπιταλιστικών κέντρων.

Επιλογή της ριζοσπαστικής αριστεράς, ιδιαίτερα στην θέση της ενδεχόμενης «κυβέρνησης της Αριστεράς», οφείλει να είναι η οικοδόμηση των όρων που συγκροτούν την δυναμική των κοινωνικών αντιστάσεων και του εργατικού κινήματος και η υποστήριξή τους πρακτικά, πολιτικά και ιδεολογικά. Κάτι τέτοιο σημαίνει την εγκατάλειψη της άποψης πως η κατάσταση του μαζικού κινήματος είναι ανεξάρτητη από την κίνηση και τις πολιτικές επιλογές του μαζικού κόμματος της αριστεράς και την εγκατάλειψη της γραμμής της «ρεαλιστικής προσαρμογής».

Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει στο πεδίο της κεντρικής πολιτικής έκφρασης να επιστρέψει στην θέση της «κυβέρνησης της Αριστεράς» ως θέση ανελαστική και με περιεχόμενο πολιτικό και ιδεολογικό. Να σηκώσει με αυτοπεποίθηση το γάντι της, ακροδεξιάς και σκληρά ταξικής, πρόκλησης από την κυβέρνηση του Σαμαρά. Να αντιπαραβάλει στους δήθεν «κανόνες της νομιμότητας» το άμεσο συμφέρον του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας. Να βάλει στο επίκεντρο των προγραμματικών αιχμών που εκφωνεί δημόσια τον στόχο για άμεση ανατροπή και αναστροφή της λιτότητας με όλα τα αναγκαία για αυτόν τον στόχο, μέτρα: εθνικοποίηση των τραπεζών και των ΔΕΚΟ, βαριά φορολογία στο κεφάλαιο, άμεση και μονομερή ανατροπή του μνημονίου, αθέτηση πληρωμών τοκοχρεολυσίων, διεκδίκηση διαγραφής του χρέους, υπεράσπιση και εμβάθυνση της δημοκρατίας απέναντι στο αστυνομικό κράτος και τον φασιστικό κίνδυνο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει ως μαζικό κόμμα των χιλιάδων μελών να αναπτύξει ένα σχέδιο δράσης πέρα και δίπλα από την παθητική αλληλεγγύη, με επίκεντρο τους αγώνες που σήμερα διεξάγονται και αυτούς που βρίσκονται προ των πυλών μέσα από το σχέδιο ιδιωτικοποίησης του Δημοσίου. Επιτροπές στήριξης των απεργών σήμερα στο ΜΕΤΡΟ, στα ναυπηγεία και αύριο στις τράπεζες και στις ΔΕΚΟ. Πρωτοβουλίες κοινών δράσεων με τους εργαζόμενους για την υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν Υγείας και Παιδείας. Στήριξη και ανάπτυξη ριζοσπαστικών, κινηματικών πρωτοβουλιών στο συνδικαλιστικό πεδίο που μπορούν να στηρίξουν την ουσιαστική αλλαγή των συσχετισμών στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, η ευρωπαϊκή κρίση χρέους βαθαίνουν διαρκώς και αναδεικνύουν ολοένα νέες αντιφάσεις, νέους κινδύνους για τον κόσμο της εργασίας και την Αριστερά μα και νέες ευκαιρίες. Ο ρόλος του «ελληνικού υποδείγματος» παραμένει κρίσιμος κρίκος στην εξέλιξη της κρίσης με επίκεντρο το πολιτικό πεδίο. Κρίσιμος για τους δανειστές, τους ντόπιους αστούς και τα διεθνή καπιταλιστικά, νεοφιλελεύθερα κέντρα αλλά επίσης και για τον κόσμο της εργασίας, τους λαούς και την Αριστερά σε όλη την Ευρώπη. Ωστόσο αυτή η διαδικασία δεν εξελίσσεται ερήμην των πολιτικών επιλογών της Αριστεράς, ιδιαίτερα στο μέγεθος της κοινωνικής υποστήριξης του ΣΥΡΙΖΑ. Τα λάθη και οι αστοχίες μπορούν να είναι πολύτιμα εάν προκαλούν εξαγωγή συμπερασμάτων και όχι ιδεοληπτικές εμμονές στους δρόμους της ήττας. Οι δυνατότητες βρίσκονται μπροστά μας!